Η Σίλβια γέλασε. «Και πώς µυρίζει ο Γενάρης;»Πώς µύριζε ο Γενάρης; Καπνό από σόµπα. Αγρούς ξερούς και παγωµένους σε αναµονή του χιονιού. Το γυµνό σώµα µιας κοπέλας µετά από µια µακρά µοναξιά. Μύριζε σαν θαύµα. Φτάνοντας στο τέλος µιας µακράς σχέσης, ο Φάουστο βρίσκει καταφύγιο στους τόπους των παιδι..