Η Αλίκη ήταν ξαπλωμένη στην ακροποταμιά δίπλα στην αδερφή της. Δεν έβρισκε τίποτα να κάνει και είχε αρχίσει να βαριέται. Έριξε δύο τρεις κλεφτές ματιές στο βιβλίο που διάβαζε η αδερφή της, αλλά δεν είχε ζωγραφιές ούτε διαλόγους. Η μέρα ήταν ζεστή κι εκείνη ένιωθε τόσο νυσταγμένη που σκεφτόταν αν άξι..